- λασιοκάμπη
- και λασιόκαμπα, ηζωολ. γένος λεπιδόπτερων εντόμων τής οικογένειας lasiocampidae.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. lasiocampa].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
λασιοκαμπίδες — (lasiocampidae). Οικογένεια λεπιδοπτέρων εντόμων που περιλαμβάνει 163 είδη. Πρόκειται για μεγαλόσωμες, καφέ πεταλούδες που πετούν κυρίως το βράδυ και προσελκύονται από το φως. Τα ενήλικα άτομα συνήθως δεν τρέφονται, καθώς τα στοματικά τους… … Dictionary of Greek
βρουχίδες — Οικογένεια κολεοπτέρων εντόμων. Οι β., που είναι γνωστοί με την κοινή ονομασία μαμούνια, επιφέρουν μεγάλες βλάβες στις καλλιέργειες, ιδιαίτερα των ψυχανθών (μπιζέλια, ρεβίθια, φασόλια, κουκιά, φακές) και των κτηνοτροφικών φυτών (τριφύλλι κ.ά.),… … Dictionary of Greek